Νέες περιπέτειες στις σχέσεις Τουρκίας – Γερμανίας Επιστροφή
Με την άποψη του Palo
Άννα Παναγιωτίδου · 05/06/16 - 22:00
«Ρωγμές» στις ήδη ευαίσθητες σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Γερμανίας προκαλεί η απόφαση του γερμανικού κοινοβουλίου που υιοθέτησε ομόφωνα το ψήφισμα για την αναγνώριση ως γενοκτονία της σφαγής των Αρμενίων το 1915 από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η απόφαση αυτή του Βερολίνου, αψηφώντας τις «κραυγές» του Ερντογάν, και μάλιστα σε εξαιρετικά ευαίσθητη χρονική συγκυρία λόγω του καίριου ρόλου της Τουρκίας στη διαχείριση του προσφυγικού, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε έντονη αντίδραση στους Τούρκους πολιτικούς αλλά και στον τουρκικό Τύπο, και οδήγησε σε προβλέψιμες απαντήσεις από την Άγκυρα, δημιουργώντας παράλληλα περαιτέρω αβεβαιότητα στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση.
Στην οξύτερη μέχρι σήμερα αντίδρασή του μετά την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από το γερμανικό κοινοβούλιο, ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν προειδοποιεί ότι η Τουρκία θα εγκαταλείψει την Ευρώπη «στις δικές της έγνοιες» σε περίπτωση που αυτή η διαμάχη δεν διευθετηθεί, ενώ κάνει λόγο για «σοβαρό αντίκτυπο» στις διμερείς σχέσεις σε κάθε επίπεδο.
Ο Ερντογάν επίσης κατηγορεί τη Δύση ότι χρησιμοποιεί το αρμενικό ζήτημα ως ένα πρακτικό μέσο εκβιασμού εναντίον της Τουρκίας. «Η θέση μας απέναντι στο αρμενικό ζήτημα είναι ξεκάθαρη από την αρχή. Δεν θα αποδεχθούμε ποτέ τις κατηγορίες περί γενοκτονίας» τονίζει ο Τούρκος Πρόεδρος.
Τρία από τα τέσσερα κόμματα που εκπροσωπούνται στην τουρκική εθνοσυνέλευση - με εξαίρεση το φιλοκουρδικό Κόμμα Δημοκρατίας των Λαών (HDP)- διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την απόφαση του γερμανικού κοινοβουλίου, ενώ ο νέος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ μίλησε για «ιστορικό λάθος» αναφέροντας από πλευράς του ότι «το ρατσιστικό αρμενικό λόμπι» είναι υπεύθυνο για την «λανθασμένη» γερμανική απόφαση.
Η απόφαση αυτή, θεωρείται πλήγμα όχι μόνο για τον Ερντογάν, αλλά και για το κύρος της Μέρκελ επειδή είχε αφήσει να εννοηθεί ότι θα ήταν φρόνιμο για τη Γερμανία να υιοθετήσει μια τέτοια απόφαση σε μια εποχή που χρειάζεται τη συνεργασία της τουρκικής κυβέρνησης κατά τη διαπραγμάτευση των προσφύγων, παρατηρούν αναλυτές στον τουρκικό τύπο.
Η νέα ένταση στις σχέσεις Άγκυρας-Βερολίνου έρχεται σε μια περίοδο που η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό κινδυνεύει να βρεθεί «στον αέρα», μετά την άρνηση του Ερντογάν να προχωρήσει στην αλλαγή της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας που ζητά η Κομισιόν για να προχωρήσει στην απελευθέρωση της βίζας.
Εν τω μεταξύ το ψήφισμα που υποστηρίχθηκε από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα στην Μπούντεσταγκ και έχει ξεσηκώσει την οργή της Τουρκίας, ανοίγει επίσης το δρόμο για την τροποποίηση των γερμανικών σχολικών βιβλίων σχετικά με την γενοκτονία των Αρμενίων.
Πέραν της αναγνώρισης της γενοκτονίας αναγνωρίζεται και ο «άδοξος» ρόλος του τότε Γερμανικού Ράιχ, το οποίο, αν και διέθετε επαρκή πληροφόρηση, δεν έκανε ό,τι μπορούσε για να την σταματήσει.
Το ψήφισμα που θέτει σε δοκιμασία τις γερμανο-τουρκικές σχέσεις, αλλά και τη συμφωνία για το προσφυγικό, ενδέχεται επίσης να προκαλέσει ένταση με την τουρκική κοινότητα των 3,5 εκατομμυρίων της Γερμανίας.
Σε μία στιγμή που η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας περνά δύσκολη περίοδο, η Γερμανία ήταν η μόνη χώρα που η Άγκυρα θα μπορούσε να βασιστεί. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι η απόφαση θα επηρεάσει τις διμερείς σχέσεις, η ερώτηση όμως είναι πόσο μακρύτερα θα πάει από την ανάκληση του πρεσβευτή. Μέχρι στιγμής η Άγκυρα φαίνεται να υιοθετεί μία σχετικά ήπια στάση. Εκτός από την προβλέψιμη νευρικότητα της τουρκικής πλευράς, δεν υπήρξε κάτι παραπάνω. Ακόμα και ο Ερντογάν, δεν ήταν τόσο σκληρός, όπως συνήθως είναι, παρατηρούν τούρκοι αναλυτές. Φαίνεται πλέον οι Τούρκοι να σκέφτονται δύο φορές πριν από τη λήψη δραματικών βημάτων.
Ωστόσο Τούρκοι αναλυτές εκτιμούν ότι αν μέσα στις επόμενες μέρες και βδομάδες δεν υπάρξουν δραματικές κινήσεις από την Άγκυρα, το ψήφισμα του Γερμανικού Κοινοβουλίου θα καταχωρηθεί ως μία ακόμη ήττα που υπέστη η τουρκική εξωτερική πολιτική το 2016.
Ανησυχία πάντως επικρατεί στον επιχειρηματικό κόσμο, καθώς φοβάται κάποια αιφνίδια απόφαση της κυβέρνησης, να προχωρήσει δηλαδή σε κυρώσεις προς την Γερμανία, όπως έκανε και με τη Ρωσία, κάτι που θα οδηγούσε την Τουρκία ακόμη περισσότερο σε διεθνή απομόνωση.